Τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα και η διατροφή αποτελούν δύο στοιχεία πλήρως αλληλένδετα και αλληλεξαρτώμενα μεταξύ τους. Αν και συχνά αποτελεί το πιο δύσκολο μέρος του σχεδίου θεραπείας, οι σωστοί συνδυασμοί των τροφίμων και η υιοθέτηση ενός πλήρους και ισορροπημένου διατροφικού πλάνου μπορούν να συμβάλλουν στην σωστή διαχείριση του σακχαρώδους διαβήτη. Η εμφάνιση αυτής της κλινικής νόσου σε καμία περίπτωση δεν συνεπάγεται τον αποκλεισμό ομάδων τροφίμων. Αντίθετα η διατήρηση ενός φυσιολογικού σωματικού βάρους και η επίτευξη των ιδανικών επιπέδων αρτηριακής πίεσης, γλυκόζης και λιπιδίων μπορούν να αντιμετωπίσουν τις επιπλοκές της νόσου.
Τι είναι ο σακχαρώδης διαβήτης;
Ο σακχαρώδης διαβήτης (ΣΔ) είναι μια χρόνια νόσος που χαρακτηρίζεται από διαταραχή του μεταβολισμού των υδατανθράκων, των λιπών και των πρωτεϊνών. Αποτελεί μια πάθηση που αφορά τη διαταραχή είτε της έκκρισης είτε της δράσης της ινσουλίνης είτε το συνδυασμό των δύο παραπάνω. Αποτέλεσμα της διαταραχής είναι η σχετική ή απόλυτη έλλειψη ινσουλίνης στον οργανισμό. Η ινσουλίνη είναι μια ορμόνη, η οποία έχει την ιδιότητα να μειώνει τα επίπεδα γλυκόζη στο αίμα ενώ ταυτόχρονα φροντίζει για τη μεταφορά της στους ιστούς και για την αξιοποίηση της από τα διάφορα κύτταρα. Συνεπώς, όταν δεν υπάρχουν τα κατάλληλα επίπεδα ινσουλίνης, δημιουργείται συσσώρευση γλυκόζης στο αίμα, γεγονός που προκαλεί σοβαρές επιπλοκές. Ο κυριότερες κατηγορίες σακχαρώδη διαβήτη είναι η εξής:
- Σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1: στον οποίο παρατηρείται ελάχιστη ή και καθόλου παραγωγή ινσουλίνης από το πάγκρεας
- Σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 : στον οποίο παρατηρείται διαταραχή στην παραγωγή ινσουλίνης και αντίσταση σε αυτή
- Σακχαρώδη διαβήτη της Κύησης : κατά τον οποίο ο κίνδυνος αφορά τόσο τη μητέρα όσο και το έμβρυο και απαιτείται χορήγηση ινσουλίνης για την αντιμετώπιση του
Μετά από έρευνα το 2009 του Διεθνούς Οργανισμού Διαβήτη για τον επιπολασμό του σακχαρώδους διαβήτη διαπιστώθηκε ότι, έχοντας ως μέτρο την έκταση της νόσου, σε κάθε δύο άτομα που επιβεβαιωμένα πάσχουν από διαβήτη θα αντιστοιχεί ένα άτομο που πάσχει εξίσου και δεν το γνωρίζει.
Από την σκοπιά του διαιτολόγου
Δεν υπάρχει ένα συγκεκριμένο είδος «δίαιτας για διαβητικούς», αφού τα άτομα με διαβήτη έχουν τις ίδιες διατροφικές ανάγκες με ένα υγιές άτομο. Στόχος κάθε διαβητικού ατόμου θα πρέπει να είναι η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου διατροφής και η διατήρηση ενός φυσιολογικού σωματικού βάρους. Η διατροφή για τους πάσχοντες από διαβήτη αποτελείται από τρόφιμα χαμηλά σε κορεσμένα λίπη και απλούς υδατάνθρακες και υψηλής περιεκτικότητας σε σύνθετους υδατάνθρακες. Επιπλέον, συστήνεται η κατανάλωση λιπαρών από το ελαιόλαδο και τους ξηρούς καρπούς, άπαχης πρωτεΐνης καθώς και ποικιλίας φρούτων και λαχανικών, τα οποία πέρα από τις βιταμίνες και τα μέταλλα που προσφέρουν, επηρεάζουν σε μικρό βαθμό τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Ταυτόχρονα, προτείνεται η κατανάλωση με μέτρο του κόκκινου κρέατος, τροφίμων με υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι και των επεξεργασμένων τροφίμων στη διατροφή. Τέλος, σε μια τέτοια κλινική περίπτωση η βασικότερη σύσταση που δίνεται είναι τα συχνά και μικρά γεύματα. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να γίνεται σωστή κατανομή των γευμάτων μέσα στην ημέρα, πάντα σε άμεση σχέση με τον τύπο και τον τρόπο της φαρμακευτικής τους αγωγής (δισκία ή ινσουλίνη). Θα πρέπει να υπάρχουν καθημερινά 3 κύρια γεύματα και 2-3 ενδιάμεσα. Η πολύωρη νηστεία δεν βοηθά στη σωστή ρύθμιση του σακχάρου.
Μια ιδιαίτερη λεπτομέρεια για τυχόν νυχτερινές υπογλυκαιμίες, ειδικά σε ασθενείς που λαμβάνουν ινσουλίνη τις βραδινές ώρες ή πριν από τον ύπνο, είναι η απολύτως απαραίτητη λήψη ενός μικρού γεύματος πριν από τον ύπνο, όπως είναι μισό ποτήρι γάλα ή δυο φρυγανιές ολικής άλεσης.
Επηρεάζουν οι υδατάνθρακες της διατροφής την εκδήλωση των συμπτωμάτων της νόσου;
Οι υδατάνθρακες αποτελούν ακόμη και σήμερα τους συνήθεις υπόπτους στη διατροφή των διαβητικών. Ο λόγος είναι ότι μπορεί να αυξήσουν εύκολα τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα. Ωστόσο, όπως και στη διατροφή ενός υγειούς ατόμου έτσι και στη διατροφή ενός διαβητικού οι υδατάνθρακες επιβάλλεται να καλύπτουν ο 45-60% του συνόλου της ημερήσιας ενεργειακής πρόσληψης. Κλειδί στην υπόθεση είναι το είδος των υδατανθράκων που καταναλώνονται. Συγκεκριμένα, οι απλοί υδατάνθρακες αυξάνουν άμεσα τα επίπεδα σακχάρου του αίματος, ενώ οι σύνθετοι υδατάνθρακες διασπώνται στον οργανισμό με πιο αργό ρυθμό και δεν αυξάνουν απότομα το σάκχαρο. Τέτοιου είδους υδατάνθρακες συναντάμε κυρίως στα φρούτα, τα λαχανικά και στα αμυλούχα προϊόντα ολικής άλεσης που είναι πλούσια σε φυτικές ίνες. Χρήσιμο εργαλείο για την κατάταξη των τροφίμων σε μια κλίμακα από το 0-100 ανάλογα με την επίδραση που έχουν στα επίπεδα σακχάρου στο αίμα αποτελεί ο γλυκαιμικός δείκτης (ΓΔ). Η σύγκριση γίνεται πάντοτε με ένα τρόφιμο αναφοράς (γλυκόζη ή λευκό ψωμί). Όσο ψηλότερα βρίσκεται στην κλίμακα, τόσο περισσότερο επιδρά στον οργανισμό μας. Ειδικά τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 που ακολουθούν ένα πιο εντατικοποιημένο σχήμα ινσουλίνης θα πρέπει να δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην ποιότητα αλλά και την ποσότητα των υδατανθράκων.
Μπορεί ένα διαβητικό άτομο να καταναλώσει γλυκά;
Η ένταξη των γλυκών στο καθημερινό διαιτολόγιο προϋποθέτει τόσο την εφαρμογή του κανόνα του «μέτρου» όσο και τη σωστή κατανομή των σακχάρων στα διάφορα γεύματα της ημέρας. Τα άτομα με διαβήτη μπορούν να καταναλώνουν γλυκά εφόσον κάνουν τις σωστές επιλογές σε αυτά. Για παράδειγμα τα γλυκά χωρίς ζάχαρη και με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη αποτελούν ιδανικές λύσεις για τη στιγμή που η γλυκιά επιθυμία φτάσει στο αποκορύφωμα της. Συγκεκριμένα, τα επιδόρπια με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη περιέχουν αντί για ζάχαρη κάποιο υποκατάστατο της, όπως το φυσικό γλυκαντικό από το φυτό stevia, το οποίο θεωρείται μη θερμιδογόνο.
Συμπερασματικά
Ο καλύτερος τρόπος διαχείρισης του σακχαρώδους διαβήτη, πέρα από τη φαρμακευτική αγωγή, είναι η σωστή διατροφή. Η διαμόρφωση ενός υγιεινού και πλήρους διατροφικού πλάνου με την καθοδήγηση ενός ειδικού και με καθημερινό προγραμματισμό των γευμάτων θα συμβάλλει στην επίτευξη των επιθυμητών επιπέδων γλυκόζη στο αίμα. Ωστόσο, και η διαχείριση του τρόπου ζωής αποτελεί μια θεμελιώδη πτυχή για την αντιμετώπιση της νόσου. Η πραγματοποίηση τακτικής σωματικής δραστηριότητας και γενικότερα η υιοθέτηση ενός πιο υγιεινού τρόπου ζωής μπορούν να βελτιώσουν σε μεγάλο βαθμό τις προοπτικές των ατόμων με διαβήτη.